Η σοκολάτα είναι μία από τις πιο αγαπημένες τροφές στον πλανήτη. Πολύ συχνά έρχονται στο φως της δημοσιότητας διάφορες έρευνες που αποδεικνύουν το πόσο καλό μπορεί να κάνει στην υγεία, να μας διεγείρει, ή το πόσο πολύ μπορεί να μας παχύνει.
Ας τα πάρουμε, όμως, τα πράγματα με τη σειρά. Οι ρίζες της σοκολάτας βρίσκονται στην αμερικανική ήπειρο πριν ακόμα ανακαλυφθεί από τον Κολόμβο μιας και ήταν από τα πιο ευρέως χρησιμοποιούμενα ροφήματα στα υψηλότερα κοινωνικά στρώματα των Αζτέκων.
Λίγους αιώνες αργότερα -και συγκεκριμένα τον 17ο αιώνα- η ζεστή σοκολάτα εξαπλώνεται σε όλη την Ευρώπη και γίνεται το αγαπημένο ρόφημα όλων των αριστοκρατών και αυλικών της εποχής, οι οποίοι την κατανάλωναν και ως αφροδισιακό. Πέρασαν αρκετά χρόνια και μόλις τον 19ο αιώνα το κακάο άρχισε να χρησιμοποιείται και ως υλικό στη ζαχαροπλαστική.
Σήμερα πλέον έχει επικρατήσει ότι η κατανάλωση της σοκολάτας δεν έχει θέση εντός μίας ισορροπημένης διατροφής, εξαιτίας του υψηλού θερμιδικού της περιεχομένου και της περιεκτικότητάς της σε λίπος. Ισχύει όμως κάτι τέτοιο;
Όλο και πιο συχνά έρχονται στο φως της δημοσιότητας έρευνες που μας βάζουν σε σκέψεις. Ας δούμε αρχικά την ίδια τη σύσταση της σοκολάτας. Το κακάο από το οποίο φτιάχνεται η σοκολάτα περιέχει 33% ολεικό οξύ, 25% παλμιτικό οξύ και 33% στεαρικό οξύ, τα οποία αν και κορεσμένα λιπαρά οξέα δεν συμβάλλουν στην αύξηση της χοληστερόλης. Κάθε άλλο. Πρόσφατες έρευνες καταδεικνύουν ότι αυτές οι ουσίες έχουν ευεργετική επίδραση στη μείωση των τριγλυκεριδίων του ορού. Συν τοις άλλοις, η μαύρη σοκολάτα έχει αποδειχθεί ότι διαθέτει ωφέλιμη δράση και στη μείωση της αρτηριακής πίεσης σύμφωνα με έρευνα Ιταλών μελετητών.
Επίσης, η σοκολάτα είναι ιδιαίτερα πλούσια και σε ιχνοστοιχεία με κυρίαρχα το χαλκό, ο οποίος συμβάλλει στον μεταβολισμό του σιδήρου, βοηθά στην σύνθεση μελανίνης στο δέρμα και στα μαλλιά όπως και στην λειτουργία του κεντρικού νευρικού συστήματος, το σίδηρο που απαραίτητος για τη σύνθεση της αιμοσφαιρίνης η οποία μεταφέρει το οξυγόνο μέσα στα ερυθρά αιμοσφαίρια του αίματος καθώς επίσης και σε ασβέστιο, φωσφόρο, μαγνήσιο τα οποία έχουν καθοριστικό ρόλο στο μεταβολισμό των οστών και των δοντιών.
Παράλληλα, η σοκολάτα περιέχει αντιοξειδωτικές ουσίες με κυρίαρχες τις πολυφαινόλες οι οποίες λόγω του ότι εξουδετερώνουν τις ελεύθερες ρίζες του οξυγόνου που δημιουργούνται από το φυσιολογικό μεταβολισμό, μειώνουν τις βλάβες στις μεμβράνες των κυττάρων και συμβάλλουν έτσι στο μειωμένο κίνδυνο ανάπτυξης αθηροσκλήρυνσης και καρδιακών παθήσεων. Η περιεκτικότητα μάλιστα της σοκολάτας σε φλαβονοειδή, μία από τις κυριότερες κατηγορίες πολυφαινολών, έχει συγκριθεί με εκείνη του κρασιού και του τσαγιού και έχει βρεθεί υψηλότερη.
Τέλος, η σοκολάτα συμβάλλει και στη βελτίωση της ανθρώπινης ψυχοδυναμικής χάρη στην ιδιότητά της να αυξάνει τα επίπεδα έκκρισης της σερετονίνης. Κάτι τέτοιο οφείλεται στην αυξημένη περιεκτικότητα της σοκολάτας σε υδατάνθρακες οι οποίοι οδηγούν σε άμεση αύξηση της γλυκόζης του άιματος, που με τη σειρά της προκαλεί αυξημένη έκκριση ινσουλίνης από το πάγκρεας. Η ινσουλίνη με την σειρά της, προκαλεί πρόσληψη πολλών αμινοξέων (όχι όμως και τρυπτοφάνης) από τους περιφερικούς ιστούς, όπως είναι οι μύες. Σε αντίθεση λοιπόν με τα άλλα αμινοξέα, το αμινοξύ τρυπτοφάνη, δεσμεύεται από την αλβουμίνη του αίματος και έτσι στο αίμα αυξάνεται η αναλογία μεταξύ τρυπτοφάνης και μεγάλων, ουδέτερων αμινοξέων (LNAA) . Η συγκεκριμένη υψηλή αναλογία τρυπτοφάνης προς LNAA, έχει σαν τελική συνέπεια τη προώθηση σημαντικών ποσοτήτων αυτού του αμινοξέος στον εγκέφαλο. Εκεί, η τρυπτοφάνη συμβάλλει, ως πρόδομος ουσία, στη παραγωγή της πολυπόθητης σεροτονίνης.
Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό, ότι η σοκολάτα έχει αρκετές ευεργετικές δράσεις για τον οργανισμό μας και μπορεί να αποτελεί κάλλιστα μέρος μίας ισορροπημένης διατροφής.
Τι λέτε λοιπόν μετά από αυτά; Μήπως η (ιδιαίτερα η μαύρη) σοκολάτα – σε λογικές ποσότητες έχει τελικά θέση σε μια ισορροπημένη διατροφή; Μάλλον ναι!