Πιο κοντά σε νέα μέθοδο για την αναγέννηση των μαλλιών βρίσκεται η επιστήμη, έπειτα από μία σειρά ανακαλύψεων που πραγματοποίησαν επιστήμονες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι αμερικανοί ερευντητές φαίνεται ότι βρίσκονται κοντά στη δημιουργία αποτελεσματικών μεθόδων για την αναγέννηση των μαλλιών, ακόμη και του δέρματος.
Οι επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας ανακοίνωσαν ότι εντόπισαν παράγοντες που καθορίζουν πότε τα μαλλιά μεγαλώνουν, πότε σταματά η ανάπτυξή τους και πότε αρχίζουν να πέφτουν. Μετά από τρεις μελέτες που πραγματοποίησαν έφτασαν στο συμπέρασμα πως ανακάλυψη αυτή θα τους βοηθήσει να δημιουργήσουν νέες μεθόδους για τη θεραπεία της έντονης τριχόπτωσης, της φαλάκρας, αλλά και ορισμένων ασθενειών.
Ο δρ Krzysztof Kobielak, επικεφαλής της επιστημονικής ομάδας, δήλωσε ότι η πρώτη μελέτη αποκάλυψε μια σχετική σειρά γονιδίων και δύο «οδούς» από τις οποίες περνούν τα σήματα που έχουν άμεση σχέση με την ανάπτυξη των μαλλιών. Κατά τη δεύτερη μελέτη οι επιστήμονες ανέλυσαν τη λειτουργία δύο βασικών πρωτεϊνών που ενισχύουν τη δημιουργία σημάτων ζωτικής σημασίας για τη ρύθμιση των βλαστοκυττάρων των θυλάκων, όταν αναπτύσσονται νέες τρίχες στα μαλλιά. Πρόσφατα δόθηκαν στη δημοσιότητα τα αποτελέσματα της τρίτης μελέτης, κατά την οποία οι επιστήμονες ανέλυσαν τη δράση του γονιδίου Wnt7b, που αποδείχθηκε πως ενεργοποιεί την ανάπτυξη των μαλλιών και πως όταν είναι ελαττωματικό την εμποδίζει.
Όπως συμπέραναν οι επιστήμονες, τα βλαστοκύτταρα των θυλάκων είναι ικανά να αναπτύξουν νέες τρίχες, ενώ όλα τα στοιχεία που προέκυψαν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη θεραπεία της φαλάκρας και ασθενειών του δέρματος. «Από τη στιγμή που εντοπίσαμε στοιχεία που παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διατήρηση της σταθερότητας σε διαφορετικούς τύπους πληθυσμών ενήλικων βλαστοκυττάρων, είμαστε σχεδόν βέβαιοι ότι θα μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε για τη θεραπεία όχι μόνο της φαλάκρας, αλλά και για πολύ πιο σοβαρά προβλήματα, όπως ο καρκίνος του δέρματος και η αναγέννηση του δέρματος σε ασθενείς που έχουν υποστεί εγκαύματα» είπε ο δρ Kobielak.
Τα αποτελέσματα των μελετών δημοσιεύτηκαν πρόσφατα στα επιστημονικά περιοδικά «Stem Cells» και «The Proceedings of the National Academy of Sciences».