Εμφύτευμα στο χέρι μας κόβει την όρεξή μας!

Ξεχάστε τις επίπονες δίαιτες! Ενα νέο εμφύτευμα το οποίο μπορεί να βάλει φρένο στην κατανάλωση φαγητού ανέπτυξαν επιστήμονες στην Ελβετία. Οι ερευνητές του πανεπιστημίου ETH της Ζυρίχης, που ειδικεύονται στον τομέα της βιοτεχνολογίας, ανέπτυξαν ένα γενετικό εμφύτευμα που τοποθετείται στο χέρι και περιέχει δύο γονίδια τα οποία όταν εντοπίσουν μεγάλη ποσότητα λίπους στο αίμα, παράγουν μια πρωτεΐνη που μειώνει την όρεξη.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες, το εμφύτευμα ελέγχει συνεχώς τα επίπεδα του λίπους, ενώ όταν το σωματικό βάρος φτάσει σε φυσιολογικά επίπεδα σταματά την παραγωγή της ορμόνης. Για να το πετύχει αυτό περιέχει δύο γονίδια, από τα οποία το πρώτο υπολογίζει το λίπος που υπάρχει στο αίμα και δίνει εντολή στο δεύτερο να ελευθερώσει την πρωτεΐνη.

Οπως αναφέρεται στην επιστημονική έκθεση, η οποία δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Nature Communications», ήδη δοκιμάστηκε σε παχύσαρκα ποντίκια μια εκδοχή του εμφυτεύματος που δεν είναι η τελική και τα αποτελέσματα ήταν εκπληκτικά.

Σύμφωνα με τον εφευρέτη του εμφυτεύματος, τον καθηγητή Martin Fussenegger, στο μέλλον μπορεί να αναπτυχθούν περισσότερα εμφυτεύματα με συνδυασμούς γονιδίων, ώστε να υπάρχουν πιο πολλά και πιο αποτελεσματικά όπλα για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας (η οποία, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, έχει φτάσει πλέον σε ποσοστό που αγγίζει περίπου το 50% του πληθυσμού των ανεπτυγμένων χωρών).

Πολλές επιστημονικές μελέτες έχουν δείξει κατά καιρούς ότι η παχυσαρκία μπορεί να αφαιρέσει ακόμη και εννέα χρόνια από τη ζωή του ανθρώπου, ενώ αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης πολλών προβλημάτων υγείας, όπως διαβήτη, κάποιες μορφές καρκίνου, καρδιολογικά και εγκεφαλικά επεισόδια, κατάθλιψη, ακόμη και υπογονιμότητα.

Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι το εμφύτευμα αυτό θα αποτελέσει ιδανική εναλλακτική λύση για όσους δεν μπορούν να χάσουν βάρος μέσω κάποιας δίαιτας ή των σχετικών χαπιών. Εκτιμούν, δε, ότι η τελική εκδοχή του εμφυτεύματος που θα είναι κατάλληλη για χρήση στον άνθρωπο θα είναι έτοιμη για τις κλινικές δοκιμές σε τρία χρόνια, ώστε η διάθεσή του να μπορεί να ξεκινήσει μερικά χρόνια αργότερα.